(ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΥΓΗΣ, 22.9.2010)

ΤΟΥ ΧΑΡΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΤΟΥ

Έχουμε πλέον μπει στην προεκλογική περίοδο για τις αυτοδιοικητικές εκλογές του Νοέμβρη. Όπως είναι γνωστό, η «δική μας» αριστερά, ανανεωτική, ριζοσπαστική και οικολογική, μέσα από αναταράξεις και παλινωδίες, χαράζει την εκλογική τακτική της. Αν και μοιάζει να συναινούμε στις γενικές προτεραιότητες και τα κεντρικά επίδικα αυτής της πολιτικής μάχης (αποδοκιμασία των αντικοινωνικών μέτρων της κυβέρνησης του Μνημoνίου, κριτική στον Καλλικράτη, διαμόρφωση πλατιών κοινωνικών και πολιτικών μετώπων, αξιοποίηση υπαρχόντων αυτοδιοικητικών και κινηματικών συλλογικοτήτων) συχνά… χανόμαστε όταν πρέπει αυτές να μεταφραστούν σε επιλογές συμμαχιών ή προσώπων.

Ισχυρίζομαι όμως ότι, παρά τις διαμάχες και τις αποκλίσεις, υπάρχει ένα στοιχείο που συνέχει την θεώρηση της αριστεράς αλλά και δυνάμεων και προσώπων του σοσιαλιστικού και οικολογικού χώρου: Η εκτίμηση ότι αυτή η εκλογική μάχη σε τοπικό-αυτοδιοικητικό επίπεδο και γενικότερα η πολιτική, ειδικά σε μια συγκυρία πολύπλευρης κρίσης που οι παραδοσιακές πολιτικές ταυτότητες αποσταθεροποιούνται, πρέπει να συνδεθεί (ξανά) με τις πραγματικές ανάγκες, τις καθημερινές αγωνίες του του λαού… Για εμάς, η πολιτική πρέπει να συνδεθεί με το αγωνιστικό πάθος των ανθρώπων που στερούνται βασικά μέσα για μια ζωή με αξιοπρέπεια.

Τα τελευταία χρόνια, με την κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, ο κυρίαρχος λόγος για την ανάπτυξη και διακυβέρνηση της πόλης αποπολιτικοποιήθηκε: η διαχείριση της ζωής στην πόλη έγινε ζήτημα οικουμενικών «βέλτιστων» λύσεων (π.χ. διαχείριση των περιβαλλοντικών ζητημάτων), και η διαχείριση των κοινών μετατράπηκε σε στενά οργανωτικό ζήτημα (βλ. και την περί «οριζόντιας διακυβέρνησης» και «διαβούλευσης» φιλολογία).

Μέσα από παρόμοιες θεωρήσεις, ιδιαίτερα ο πολιτικά «κεντρίστικος» (Μπλερικός) σοσιαλδημοκρατικός «τρίτος δρόμος» επιχείρησε συστηματικά να απαλείψει το στοιχείο του κοινωνικού (ταξικού, αν προτιμάτε) ανταγωνισμού από το πολιτικό φαινόμενο –τελικά να αναιρέσει τη διάκριση αριστερά-δεξιά. Ωστόσο, αυτή η εξάλειψη, όπως υποστηρίζεται βάσιμα από κριτικούς θεωρητικούς, δεν είναι απλά αδύνατη, είναι και ανεπιθύμητη: Το στοιχείο του ανταγωνισμού, του «πολιτικού πάθους», είναι αναγκαίο στοιχείο ταύτισης των μαζών με τα πολιτικά επίδικα, αναγκαίο στοιχείο για την ένταξή τους στη δημοκρατική ζωή, δηλαδή για την ολοκληρωμένη κοινωνική τους ένταξη.

Στον Δήμο της Αθήνας, για παράδειγμα, η “σοσιαλφιλελεύθερη” συλλογιστική εξαντλείται στην επείγουσα ανάγκη να «αλλάξει χέρια ο Δήμος», την ανάγκη «χρηστής διαχείρισης» ως αυταξία, χωρίς αναφορά σε στόχους που επιδιώκονται, την επίκληση των «κανόνων  της επιστήμης και της τεχνικής» για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, χωρίς πρόσημο για τα αίτια της σημερινής κατάστασης ή τις κατευθύνσεις των λύσεων. Τι σημαίνει, άραγε, «προγραμματικές συμφωνίες» και «εφαρμόσιμες λύσεις» μέσα στον στενό κορσέ του Μνημονίου και του Καλλικράτη;…

Από την άλλη, ο λόγος της λαϊκίστικης δεξιάς επιδέξια οσφραίνεται αυτό το κενό που προκύπτει από την περαιτέρω μετατόπιση της συνδιαχειριστικής κεντροαριστεράς και σπεύδει να το καλύψει. Απέναντι στον «άχρωμο κομματικά», δήθεν ουδέτερο τεχνοκρατικό λόγο, αντιπαραβάλει μια υποψηφιότητα που -μόνο εικονικά, βεβαίως-  συγκρούεται με τις κεντρικές κυβερνητικές πολιτικές, προτάσσοντας στοιχεία-κλειδιά για την δεξιά ταυτότητα (όπως την απόκρουση της λαθρομετανάστευσης, την υπεράσπιση της μικρο-ιδιοκτησίας, την λατρεία των εθνικών συμβόλων), που στοχοποιεί τους «αριστερούς» (και άρα επανανοηματοδοτεί την ταυτότητα του δικού του ακροατηρίου). Ο λόγος αυτός στην πραγματικότητα επιχειρεί συστηματικά να «παθιάσει» τον λαϊκό κόσμο για τα πολιτικά επίδικα αυτών των εκλογών –δηλαδή να φτιάξει (στρεβλά, προφανώς, και με συντηρητικούς όρους) τα αντιπαρατιθέμενα στρατόπεδα της εκλογικής μάχης.

Η δική μας αριστερά μπορεί να πολιτικοποιήσει αυτή την εκλογική μάχη, να επανεισάγει το στοιχείο του “πάθους”, του πολιτικού ανταγωνισμού βάσει πραγματικών αντιτιθέμενων συμφερόντων και προτάσεων. Με αυτόν τον τρόπο να μην αφήσει τον λαϊκό κόσμο να πάει σπίτια του ή να παραπλανάται από την (ακρο)δεξιά.

Ο Χάρης Κωνσταντάτος είναι πολιτικός επιστήμονας.


Σχολιάστε so far
Σχολιάστε



Σχολιάστε